ENG

Βαγγέλης Γεροβασιλείου

A A

Γνωστός και πολύ αγαπητός οινοποιός, ο Βαγγέλης Γεροβασιλείου, εδώ και 40 χρόνια, φέρνει στα ποτήρια μας αποκλειστικά κρασιά υψηλού επιπέδου, πολλά από τα οποία έχουν δημιουργήσει τάσεις. Του ζήτησα να συζητήσουμε για τη συνολική παρουσία του στα αμπελοοινικά πράγματα, αυτή που τον ανάδειξε σε μία από τις κορυφαίες προσωπικότητες του ελληνικού κρασιού. Η κουβέντα εξελίχθηκε σε μια αναδρομή σε πρόσωπα και καταστάσεις, από τότε που και η υπογράφουσα, ως νεαρή οινολόγος, γνώρισα και θαύμασα στα πρώτα μου επαγγελματικά βήματα έως σήμερα. Ελπίζω να την απολαύσετε.

της Μαρίας Νέτσικα

Βαγγέλη, είπαμε πως θα επιχειρήσουμε να καταγράψουμε την πορεία σου στον κόσμο του κρασιού. Ας τα πάρουμε λοιπόν από την αρχή. Πρώτα απ' όλα σπούδασες γεωπόνος, έτσι δεν είναι;
Ναι, στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Κι όταν τελείωσα, το 1974, πήγα στη Γαλλία όπου κι έμεινα μέχρι το 1976.

Στη Γαλλία πήγες στο Bordeaux για να σπουδάσεις οινολογία. Αλήθεια γιατί θέλησες να γίνεις οινολόγος;
Κοίτα, εδώ στην Επανομή, όλοι κάναμε κρασιά. Κι ο πατέρας μου έκανε. Όταν ήμουν μαθητής, όλα τα δείγματα μαζί, τα στέλναμε για αναλύσεις σ' έναν χημικό στη Θεσσαλονίκη, απέναντι από την Παναγία Χαλκέων. Τα δίναμε σ' έναν ταξιτζή που τα πήγαινε. Με το που έγινα φοιτητής, πρωτοετής στη γεωπονία, είπα να τα πάω εγώ. Από περιέργεια, για να δω τι κάνει. Πάω λοιπόν, τον βλέπω. Σ' ένα υπόγειο… Ξέρεις είχε ένα βρασίμετρο. Είχε και μια σκόνη, métabisoulfite. Εγώ τότε, ούτε καν ήξερα τι είναι αυτά. Τι είναι αυτό; τον ρωτάω. Αυτό είναι μυστικό, μου λέει. Μυστικό; αποφάσισα να μάθω. Έτσι πήρα το βιβλίο του Ζαγανιάρη (καθηγητή στο Χημικό του Πανεπιστημίου Αθηνών) κι άρχισα να το διαβάζω. Ανακάλυψα πως μ' ενδιέφερε και σιγά-σιγά αναπτύχθηκε το μικρόβιο. Έπειτα, στο δεύτερο έτος έμαθα για κάποιον που είχε πάει για μεταπτυχιακές σπουδές αμπελουργίας και οινολογίας στο Bordeaux. Τον Γιάννη Κοίλιαρη, που μετά έγινε καθηγητής στη Γεωπονική σχολή στο Αριστοτέλειο. Ήρθα σε επαφή μαζί του, άρχισα αλληλογραφία με το πανεπιστήμιο και μόλις τελείωσα πήγα κατευθείαν εκεί. Όπως βλέπεις σπούδασα οινολογία καθαρά από προσωπικό ενδιαφέρον.   

Στο Bordeaux είχες τη τύχη να δουλέψεις δίπλα στον αείμνηστο Emile Peynaud, έναν από τους γκουρού του παγκόσμιου οινικού στερεώματος. Πως προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Θυμάμαι, ήμουν στο δεύτερο έτος του μεταπτυχιακού, όταν με πλησίασε ο Peynaud, έχοντας βεβαίως δει τις βαθμολογίες μου του προηγούμενου έτους που ήταν καλές. Και μου πρότεινε να πάω το καλοκαίρι για πρακτική στο Πόρτο Καρράς, το πρώτο κτήμα τότε της Ελλάδας, στο οποίο ήταν τεχνικός σύμβουλος. Όντως πήγα και έκανα τον τρύγο του 1976, εγώ σαν stagiaire (μαθητευόμενος) με οινολόγο τον γάλλο Mazauric, που οινοποιεί και σήμερα τα κρασιά του κτήματος. Το 1977 όμως έφυγε και ανέλαβα εγώ οινολόγος. Οινοποίησα στο Πόρτο Καρράς μέχρι και το 1998. Μέχρι δηλαδή που έκλεισε και πέρασε από την Εθνική στον Όμιλο Στέγγου.

Είχες όμως εν τω μεταξύ δημιουργήσει και την οικογενειακή επιχείρηση, το Κτήμα Γεροβασιλείου. Πότε ξεκίνησες, εδώ, στην Επανομή;
Ξεκίνησα να στήνω τον αμπελώνα το 1981. Το πρώτο αμπέλι, εδώ μπροστά στο οινοποιείο, ήταν ένα πατρικό κτήμα, 12 στρέμματα. Αγοράσαμε κι άλλα 36, ξεκινήσαμε δηλαδή με 48 στρέμματα. Το φυτέψαμε μόνο με λευκές ποικιλίες, κυρίως Μαλαγουζιά και Ασύρτικο. Βάλαμε και 4 στρέμματα Chardonnay. Το 1983 και 1984 φύτεψα και 15 στρέμματα PetitSyrah. Έτσι ξεκίνησα. Μετά, κάθε χρόνο αγόραζα κάποια κτήματα. Ακόμη αγοράζω, παρότι τώρα η γη είναι πολύ ακριβή. Κι έτσι σταδιακά, φτάσαμε στα σημερινά, φυτεμένα 420 στρέμματα., κι έχουμε κι άλλα 50 να φυτέψουμε. Σε δυο χρόνια θα είμαστε στα 470.

Και πως έκανες την επιλογή των ποικιλιών που φύτεψες;
Η επιλογή των ποικιλιών έγινε βάσει της εμπειρίας που είχα στο Πόρτο Καρράς, όπου μαζί με τον Peynaud πειραματιστήκαμε με τη Μαλαγουζιά σε χαρμάνια με άλλες ποικιλίες. Επειδή από μόνη της εμφανίζει έλλειψη οξύτητας, βάλαμε το Ασύρτικο και το Αθήρι. Εδώ, είπα να διαφοροποιηθώ λίγο, οπότε αύξησα το ποσοστό της Μαλαγουζιάς, και τη φύτεψα σε ίσο ποσοστό (50%-50%) με το Ασύρτικο.

Κι έτσι κυκλοφόρησε το Beau Soleil;
Ναι. Ήταν, το πρώτο λευκό του κτήματος, που για μερικά χρόνια κυκλοφόρησε ως Beau Soleil, σαν απόδοση στα γαλλικά της ονομασίας της περιοχής, που τη λένε Καλή Μεριά. Μέχρι που διαπιστώσαμε πως υπάρχει μια περιοχή της Γαλλίας που λέγεται έτσι. Δεν το ξέραμε. Οπότε, περάσαμε στο Κτήμα Γεροβασιλείου, που σαφώς ήταν καλύτερο, γιατί δώσαμε ονοματεπώνυμο στο κρασί. Αυτό έγινε το 1992.

Ενώ το ερυθρό Κτήμα Γεροβασιλείου, πότε κυκλοφόρησε;
Η πρώτη σοδιά του ερυθρού ήταν το 1990, το οποίο κυκλοφόρησε το 1992, με την καινούργια ονομασία. Και από τότε, αυτά τα δύο κρασιά αποτελούν το 90% της παραγωγής μας. Το υπόλοιπο είναι τα ποικιλιακά μας, το Viognier, το Chardonnay, το Fumé (Sauvignon Blanc), το Syrah και τώρα τελευταία το Άβατον (από ελληνικές ερυθρές ποικιλίες).

Έχουμε όμως και το Κτήμα Βιβλία Χώρα που δημιουργήσατε στο Κοκκινοχώρι Καβάλας μαζί με τον Βασίλη Τσακτσαρλή. Αυτή η σημαντική, φαντάζομαι, συνεργασία πως προέκυψε;
Καταρχάς, ο Βασίλης, που είναι φίλος και κουμπάρος μου, ως οινολόγος για μια δεκαετία του Κτήματος Κωσταντίνου Λαζαρίδη, είχε πολύ μεγάλη εμπειρία στην ευρύτερη περιοχή της Δράμας και της Καβάλας. Από την άλλη ήθελε να κάνει κάτι δικό του. Οπότε αποφασίσαμε να κάνουμε το μεγάλο άλμα. Αγοράσαμε μια έκταση, γύρω στα 30 στρέμματα, και είπαμε να κάνουμε ένα μικρό οινοποιείο. Ξεκινήσαμε το 1998, φυτεύοντας τα αμπέλια, το 2000 τελειώσαμε το πρώτο κομμάτι του οινοποιείου και οινοποιήσαμε κατευθείαν εκεί. Στόχος μας ήταν να δημιουργήσουμε, σαν μέγεθος και όγκο παραγωγής, κάτι αντίστοιχο με το Κτήμα Γεροβασιλείου. Αν δηλαδή υπήρχε η αποδοχή και μπορούσαμε να εξελιχθούμε, θέλαμε να έχουμε στην περιοχή, που παρεμπιπτόντως είναι πολύ καλή για το αμπέλι, μια έκταση 300-400 στρεμμάτων. Κι όσον αφορά στο προφίλ των κρασιών, θέλαμε να κάνουμε, κρασιά που να διαφέρουν στην ποικιλιακή σύνθεση αλλά και στο χαρακτήρα από τα εδώ. Γνωρίζαμε πως εκεί δίνουν πολύ καλά αποτελέσματα το Sauvignon Blanc και το Cabernet Sauvignon. Στη συνέχεια δοκιμάσαμε το Ασύρτικο, το Αγιωργήτικο, το Gewürztraminer, το Syrah και άλλες ποικιλίες.

Και τα πράγματα πήγαν καλά…
Και τα πράγματα πήγαν καλά και βάλαμε καινούργια αμπέλια και… συνεχίζουμε.

Είναι όμως μεγάλη επένδυση.
Ναι, προέκυψε μεγαλύτερη επένδυση απ' ότι σχεδιάζαμε στην αρχή κι αυτό γιατί μπήκαμε σ' ένα αναπτυξιακό νόμο. Πάντως το πόσο μεγάλη είναι η επιχείρηση, είναι σχετικό. Το οινοποιείο δεν μπορεί να φτιάξει πάνω από 400.000 με 450.000 φιάλες. Η κατεύθυνση είναι στο κόκκινο κρασί κι αυτό σημαίνει μεγάλες υπόγειες κάβες και χώρους αποθήκευσης φιαλών. Οπότε κάναμε μεγάλα υπόγεια. Επίσης χώρους για επίσκεψη, για διαμονή, εκθετήρια, ένα μικρό συνεδριακό κέντρο. Όλα αυτά καταλαμβάνουν σχεδόν το 50% του οινοποιείου. Και θέλω να πω πως είμαι περήφανος για τη Βιβλία Χώρα. Πρώτα απ΄ όλα γιατί δώσαμε καινούργιες γεύσεις που φαίνεται πως είναι αποδεκτές και δεύτερον γιατί αναδείξαμε μια περιοχή η οποία μόνιμα ήταν τροφοδότης σταφυλιών, χωρίς να τη ξέρει κανείς. Και η οποία πιστεύω πως έχει μεγάλο μέλλον. Το μικροκλίμα της είναι πολύ ιδιόμορφο, επειδή κοντά σε θάλασσα κι από πίσω έχει το βουνό, θυμίζει λίγο τις Άνδεις στη Χιλή. Το βράδυ έχουμε πολύ ψυχρά ρεύματα. Η θερμοκρασία από τη μέρα στη νύχτα έχουν μέχρι και 15 με 20 βαθμούς, διαφορά. Εκεί πιστεύω πως οφείλεται η μεγάλη δυναμική στα αρώματα και τα χρώματα των κρασιών της.

Τόσο το Κτήμα Γεροβασιλείου, όσο και εσύ ο ίδιος, έχετε λάβει και συνεχίζετε να λαμβάνετε σημαντικές διακρίσεις από διεθνείς διαγωνισμούς και φορείς του κρασιού. Τελικά, είναι δικαίωση αυτό που αισθάνεσαι; Ότι η προσπάθειά σου αναγνωρίζεται;
Σίγουρα. Όταν σου απονέμουν διακρίσεις κάποιοι άνθρωποι σχετικοί με τον κλάδο σου, η τιμή είναι μεγάλη. Κι όταν η διάκριση προέρχεται και από την Ελλάδα αλλά και από το εξωτερικό, τότε το πράγμα είναι ακόμη πιο σοβαρό. Εγώ όμως πιστεύω, πως τη δικαίωση την έχουμε κάθε μέρα. Ένα παραγωγός δεν μπορεί παρά να νοιώθει δικαιωμένος όταν βλέπει το κρασί του να προχωράει, όταν ακούει καλά λόγια. Αυτό είναι μια διαρκής δικαίωση. Όπως και υπάρχει μια διαρκής αγωνία, για το αν είναι καλό το κρασί σου. Γενικά, οι παραγωγοί ζούμε σε μια κατάσταση μόνιμης κρίσης. Κρινόμαστε, κάθε μέρα. Σκέψου πως με την ετήσια παραγωγή του Κτήματος Γεροβασιλείου και της Βιβλίας Χώρας, κάθε μέρα ανοίγονται 2.000 φιάλες μας! Αν τις πολλαπλασιάσεις με τα 4-5 άτομα που αντιστοιχούν στην κάθε μία, σημαίνει πως καθημερινά 8.000 με 10.000 άτομα δοκιμάζουν και κρίνουν τα κρασιά μας. Όταν λοιπόν, από την πλειονότητα αυτών των ανθρώπων ακούς πολύ θετικά σχόλια, νοιώθεις μια δικαίωση. Τώρα, όταν επιβραβεύεσαι και με διακρίσεις που είναι μοναδικές, σαφώς έχεις και κουράγιο να συνεχίσεις.